- ἐξαποτίνω
- ἐξ-απο-τίνω: pay off, satisfy in full, Il. 21.412†.
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.
εξαποτίνω — ἐξαποτίνω (Α) ικανοποιώ πλήρως, καταπραΰνω, κατευνάζω («οὕτω κεν τῆς μητρὸς Ἐρινύας ἐξαποτίνοις», Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < εξ + απο τίνω «πληρώνω, δίνω ικανοποίηση»] … Dictionary of Greek
ἐξαποτίνοις — ἐξαποτίνω satisfy in full pres opt act 2nd sg ἐξαποτί̱νοις , ἐξαποτίνω satisfy in full pres opt act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξαποτῖσαι — ἐξαποτίνω satisfy in full aor inf act … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)